- σάλης
- σάληfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σαλῆς — σαλός silly fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σάλης — Σάλη fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σάλη — Αρχαίος οικισμός στα νότια παράλια της Θράκης. Βρισκόταν στην πεδιάδα του Δορίσκου, στα Δ. των εκβολών του Έβρου και σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες του Ηρόδοτου αποτελούσε αποικία των Σαμοθράκων. * * * και, κατά τον Ησύχ. και τον Φώτ., σαλέη, και… … Dictionary of Greek